ικανά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
ικανά < ικανός
Επίρρημα[επεξεργασία]
ικανά
- με ικανότητα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ικανά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ικανά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ικανό