ξεκουτιαίνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈkse.kuˈtçe.no.me/

Ρήμα[επεξεργασία]

ξεκουτιαίνομαι, π.αόρ.: ξεκουτιάστηκα, μτχ.π.π.: ξεκουτιασμένος, (ενεργ.: ξεκουτιαίνω)

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • Οι παθητικοί τύποι αυτού του ρήματος, σπάνιοι.

Άλλες μορφές[επεξεργασία]