ταξιδιωτική επιταγή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ταξιδιωτική επιταγή → δείτε τις λέξεις ταξιδιωτικός και επιταγή
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ταξιδιωτική επιταγή θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ταξιδιωτική επιταγή