χιλιάρχης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χιλιάρχης < χίλιοι + -άρχης < ἄρχω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χιλιάρχης-ου ( & χιλίαρχος)

  1. ο επικεφαλής χιλίων ανδρών
  2. διοικητής φρουράς

Παράγωγα[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]