ἀποκεφαλίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αποκεφαλίζω

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀποκεφαλίζω < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή ἀποκεφαλίζω. Αναλύεται σε ἀπο- + κεφάλ(ι) + -ίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

ἀποκεφαλίζω

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀποκεφαλίζω < ἀπο- + κεφαλ(ή) + -ίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

ἀποκεφαλίζω

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]