ἰάομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἰάομαι < ρίζ. ια-
Ρήμα[επεξεργασία]
ἰάομαι -ῶμαι
- γιατρεύω
Παράγωγα[επεξεργασία]
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- ἀκέομαι -οῦμαι
- θεραπεύω
- επιμελούμαι