Μάνια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: μανία, -μανία

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

  1. Μάνια < χαϊδευτικό του Γεθσημανή
  2. Μάνια < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μάνια θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]