αναφωνήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
αναφωνήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναφωνώ
- θα αναφωνήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναφωνώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
αναφωνήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αναφώνηση