ανοδικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
ανοδικά < ανοδικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
ανοδικά
- οι δείκτες του χρηματιστηρίου κινούνται σήμερα ανοδικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανοδικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ανοδικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ανοδικό