δάνεια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ðaˈni.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δά‐νει‐α
- τονικό παρώνυμο: Δανία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
δάνεια ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του δάνειο