διαρκείας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διαρκείας < γενική του διάρκεια
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ði.aɾˈci.as/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δι‐αρ‐κεί‐ας
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
διαρκείας ουδέτερο άκλιτο
- (προφορικό) άλλη μορφή του εισιτήριο διαρκείας
- ※ Ο Παναθηναϊκός θέτει από τις 4 Ιουλίου σε κυκλοφορία τα εισιτήρια διαρκείας για τη νέα αγωνιστική σεζόν. Προτεραιότητα έχουν οι περσινοί κάτοχοι, οι οποίοι μπορούν να ανανεώσουν τα διαρκείας τους μέχρι και τις 12 Ιουλίου.
- Γούλης, Κώστας (3 Ιουλίου 2023), Παναθηναϊκός: Από αύριο (04/07) σε κυκλοφορία τα εισιτήρια διαρκείας για τη νέα σεζόν, sport24.gr
- ※ Ο Παναθηναϊκός θέτει από τις 4 Ιουλίου σε κυκλοφορία τα εισιτήρια διαρκείας για τη νέα αγωνιστική σεζόν. Προτεραιότητα έχουν οι περσινοί κάτοχοι, οι οποίοι μπορούν να ανανεώσουν τα διαρκείας τους μέχρι και τις 12 Ιουλίου.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διαρκείας
→ δείτε τη λέξη εισιτήριο διαρκείας |
Πηγές[επεξεργασία]
- εισιτήριο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
διαρκείας θηλυκό