ξελαμπικάρω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξελαμπικάρω < ξε- + λαμπικάρω [1] < {[βλ|λαμπίκος}}

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kse.la.biˈka.ɾo/ & /kse.lam.biˈka.ɾo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ξε‐λα‐μπι‐κά‐ρω

Ρήμα[επεξεργασία]

ξελαμπικάρω, αόρ.: ξελαμπίκαρα/ξελαμπικάρισα, μτχ.π.π.: ξελαμπικαρισμένος (χωρίς παθητική φωνή) [2]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
  2. ξελαμπικάρωΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)