πελάτες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
πελάτες
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πελάτης
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πελάτες
- (λογιστική, μόνο πληθυντικός) οι απαιτήσεις από τις λειτουργικές πωλήσεις επί πιστώσει
- ≈ συνώνυμα: εμπορική απαίτηση
- ≠ αντώνυμα: προμηθευτές, εμπορικές υποχρεώσεις
- υπερώνυμο: απαίτηση
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πελάτες