φάρμακου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: φαρμάκου

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈfaɾ.ma.ku/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φάρ‐μα‐κου

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

φάρμακου ουδέτερο

λόγιος τύπος: φαρμάκου