φέρετρον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: φέρετρο

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φέρετρον < φέρω
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: λατινικά: feretrum

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φέρετρον, -ου ουδέτερο και φέρτρον

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]