χαδάκια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /xaˈða.çi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐δά‐κια
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]χαδάκια ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του χαδάκι