aprila

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

aprila < April- + -a

Επίθετο[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική aprila aprilaj
αιτιατική aprilan aprilajn

aprila (eo)

  1. σχετικός με τον Απρίλιο, απριλινός, απριλιάτικος
    la aprila numero de la revuo - το νούμερο του Απριλίου του περιοδικού