banqueroute
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
banqueroute | banqueroutes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
banqueroute (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
banqueroute | banqueroutes |
banqueroute (fr) θηλυκό