cittadina
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cittadino | cittadini |
θηλυκό | cittadina | cittadine |
cittadina (it) θηλυκό, αρσενικό cittadino