dei
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
dei (it) αρσενικό
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
dei (la) αρσενικό
- γενική ενικού του deus
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του deus