instantiation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
instantiation instantiations

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈɪnstəns/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

instantiation (en)

  1. εκδοχή
  2. (πληροφορική) οι εξής περιπτώσεις, σημασιολογικά παρόμοιες:
    → δείτε και τη λέξη instance
    δείτε επίσης: Instance (computer science) στην αγγλική Βικιπαίδεια

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]