kara toprak

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

kara toprak < kara ("μαύρος") & toprak (χώμα) (κυριολεκτικά: το μαύρο χώμα)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɑˈɾɑ tɔpˈɾɑk/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

kara toprak (tr)

Κλίση[επεξεργασία]