longing

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
longing longings

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

longing (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)

Σύνθετα[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

longing (en)

Πηγές[επεξεργασία]