multa
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | multa | multaj |
αιτιατική | multan | multajn |
multa (eo)
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- multa < → λείπει η ετυμολογία, → δείτε και τη λέξη mulctra
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
multa (eo) θηλυκό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- multa < επίθετο multus
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
- ονομαστική, αφαιρετική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του multus
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του multus