rappel
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
rappel | rappels |
rappel (fr) αρσενικό
- η υπενθύμιση
- το άθλημα καταρρίχησης
- η μετάκληση
- η ανάκληση
- η ανάμνηση