safety pin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
safety pin safety pins

Ετυμολογία [επεξεργασία]

safety pin < → δείτε τις λέξεις safety και pin

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

safety pin (en)

  • η παραμάνα, καρφίτσα
    I haphazardly pinned up my pants with a safety pin.
    Έπιασα πρόχειρα το παντελόνι μου με παραμάνα.

Πηγές[επεξεργασία]