safety valve
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
safety valve | safety valves |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
safety valve (en)
ενικός | πληθυντικός |
safety valve | safety valves |
safety valve (en)