subteretaĝo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | subteretaĝo | subteretaĝoj |
αιτιατική | subteretaĝon | subteretaĝojn |
subteretaĝo (eo)
- το υπόγειο