temo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | temo | temoj |
αιτιατική | temon | temojn |
temo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | temo | temoj |
αιτιατική | temon | temojn |
temo (eo)