then-clause
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
then-clause | then-clauses |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
then-clause (en)
- (γραμματική) η απόδοση στον υποθετικό λόγο
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τον όρο main clause
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- then-clause - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)