tire-ligne
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tire-ligne | tire-ligne και tire-lignes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tire-ligne (fr) αρσενικό
- μεταλλικό όργανο σχεδιασμού που αποτελείται από δυο σκέλη που συνδέονται με βίδα και που χρησιμεύει στο τράβηγμα γραμμών σε σταθερή απόσταση μεταξύ τους
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- Ο πληθυντικός είναι:
- (παραδοσιακή ορθογραφία) tire-ligne, δηλαδή δεν αλλάζει,
- (ορθογραφία του 1990) tire-lignes.