wnuczka
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈvnut͡ʃ̑ka/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
wnuczka (pl) θηλυκό
- η εγγονή
Συγγενικά[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
wnuczka (pl)