Μετάβαση στο περιεχόμενο

édicule

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /e.di.kyl/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
édicule édicules

édicule (fr) αρσενικό