édicule
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
édicule | édicules |
édicule (fr) αρσενικό
- μικρό κτήριο
ενικός | πληθυντικός |
édicule | édicules |
édicule (fr) αρσενικό