épellation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- épellation < épeler
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.pe.la.sjɔ̃ / ή /e.pɛl.la.sjɔ̃/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
épellation | épellations |
épellation (fr) θηλυκό