équateur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
équateur | équateurs |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.kwa.tœːʁ/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]équateur (fr) αρσενικό
- (γεωγραφία) ο ισημερινός
ενικός | πληθυντικός |
équateur | équateurs |
équateur (fr) αρσενικό