évitage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
évitage | évitages |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]évitage (fr) αρσενικό
- κίνηση ενός πλοίου για να αποφύγει έναν κίνδυνο
- ο χώρος που χρειάζεται για να γίνει η παραπάνω κίνηση