Αγαθός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αγαθός, ἀγαθός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αγαθός < αγαθός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.ɣaˈθos/

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αγαθός αρσενικό
  1. χωριό της Εύβοιας, κοντά στην Κάρυστο
  2. ανδρικό επώνυμο

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αγαθός Δαίμων αρσενικό

  1. (ποταμός, ιστορία) αρχαία ονομασία ενός στομίου του Νείλου, κοντά στο σημερινό Ρασίντ (=Ροζέτα, στα ελληνικά κείμενα)
  2. (ελληνική μυθολογία) θεότητα η οποία στην Ελλάδα (και αργότερα στη Ρώμη) συνήθως ταυτιζόταν με τον Διόνυσο και προστάτευε τον οίκο. Είχε σύμβολο το φίδι ή τον φαλλό. Οι Έλληνες ονόμαζαν Αγαθοδαίμονα και τον θεό του Νείλου της Αιγύπτου.
    (και Αγαθοδαίμων)