Ασκουνίτου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ασκουνίτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Ασκουνίτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ασκουνίτου θηλυκό
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Ασκουνίτης
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Ασκουνίτου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Ασκουνίτης