Βανγκέλ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βανγκέλ < (μεταγραφή) αλβανική Vangjel, ή βουλγαρική Вангел, ή σλαβομακεδονική Вангел

Μεταγραφή[επεξεργασία]

Βανγκέλ αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]