Δεκμετζιάν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Δεκμετζιάν : αρμενική ς προέλευσης, άλλη μορφή του Ντεοκμετζιάν
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Δεκμετζιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο