κατευθείαν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg |
||
Γραμμή 66: | Γραμμή 66: | ||
[[io:κατευθείαν]] |
[[io:κατευθείαν]] |
||
[[mg:κατευθείαν]] |
Αναθεώρηση της 13:39, 10 Ιανουαρίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κατευθείαν < (ελληνιστική κοινή) κατ' εὐθείαν
Επίρρημα
κατευθείαν
- για κίνηση που κατευθύνεται σε έναν προορισμό χωρίς να μεσολαβήσουν ενδιάμεσοι σταθμοί
- για ενέργεια που γίνεται χωρίς να μεσολαβήσει κάποιος ενδιάμεσος παράγοντας, άνθρωπος ή άλλη ενέργεια
- χωρίς δισταγμό, χωρίς περιστροφές
Μεταφράσεις
κατευθείαν