φταρνίζομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →{{ετυμολογία}}: αντικατέστησε: {{αρχ}} πτάρνυμαι → {{αρχ|πτάρνυμαι}} με τη χρήση AWB |
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ru |
||
Γραμμή 56: | Γραμμή 56: | ||
[[chr:φταρνίζομαι]] |
[[chr:φταρνίζομαι]] |
||
[[mg:φταρνίζομαι]] |
[[mg:φταρνίζομαι]] |
||
[[ru:φταρνίζομαι]] |
Αναθεώρηση της 21:20, 10 Φεβρουαρίου 2016
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- φταρνίζομαι < αρχαία ελληνική πτάρνυμαι (από τον αόριστό του, ἐπταρνύσθην)
Ρήμα
φταρνίζομαι
- παρουσιάζω απότομη και ηχηρή εκβολή αέρα, από αντανακλαστική αντίδραση του ανώτερου αναπνευστικού σε κάποιο ερέθισμα