προσδοκία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 11: Γραμμή 11:
* '''παρά πάσαν προσδοκίαν''': (''λόγιο'') αντίθετα με αυτό που περιμέναμε
* '''παρά πάσαν προσδοκίαν''': (''λόγιο'') αντίθετα με αυτό που περιμέναμε


===={{Συνώνυμα}}====


* επιθυμία<br />
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====



Αναθεώρηση της 19:46, 2 Δεκεμβρίου 2018

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'θάλασσα'

Ετυμολογία

προσδοκία < αρχαία ελληνική

Ουσιαστικό

προσδοκία θηλυκό

  1. το να αναμένεις, να ελπίζεις, ότι θα συμβεί κάτι (καλό ή κακό)

Εκφράσεις

  • παρά πάσαν προσδοκίαν: (λόγιο) αντίθετα με αυτό που περιμέναμε

Πρότυπο:Συνώνυμα

  • επιθυμία

Μεταφράσεις