Κάλι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Άγαλμα της θεάς Κάλι του 12ου αιώνα.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κάλι <
τοπωνύμιο Κολομβίας < ισπανική Cali
ιταλική πόλη < (άμεσο δάνειο) ιταλική Cagli
θεά ινδουισμού < Kali, σανσκριτική काली (kālī, μαύρη)

Μεταγραφή[επεξεργασία]

Κάλι ουδέτερο

  1. πόλη και ποταμός της Κολομβίας
  2. πόλη της Ιταλίας
  3. (ινδουισμός) θεά της ινδικής μυθολογίας που κατανικά τις κακές δυνάμεις

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]