Καισαρίτου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Καισαρίτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Καισαρίτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Καισαρίτου θηλυκό
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Καισαρίτης
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Καισαρίτου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Καισαρίτης