Κουρτ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Κουρτ < (άμεσο δάνειο) γερμανική Kurt
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Κουρτ αρσενικό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Κουρτ Βάλντχαϊμ στη Βικιπαίδεια (1918-2007), Αυστριακός πολιτικός και διπλωμάτης