Λιμναῖος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: λιμναῖος, λιμναίος

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Λιμναῖος < λιμναῖος < λίμνη + -αῖος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Λιμναῖος αρσενικό