Μάντσος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Μάντσος < (άμεσο δάνειο) ιταλική manzo (μοσχαράκι) +

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μάντσος αρσενικό

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Μάντσος σελ.148 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.