Ουχούρου
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ουχούρου < σουαχίλι Uhuru < uhuru (ανεξαρτησία)
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Ουχούρου αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο
- όνομα (ανδρικό ή γυναικείο)
- ⮡ Ουχούρου Κενυάτα, Κενυάτης πολιτικός και ο τέταρτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κένυας
- κορυφή του όρους Κιλιμάντζαρο στην Τανζανία