ΣΥΡΙΖΑ
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ΣΥΡΙΖΑ < Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
Προφορά
[επεξεργασία]
Συντομομορφή
[επεξεργασία]ΣΥΡΙΖΑ αρσενικό ή ουδέτερο άκλιτο ακρωνύμιο
- (πολιτική) ελληνικό πολιτικό κόμμα, Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς